Οι έρευνες της ιταλικής αρχαιολογικής αποστολής του Πύργου στη νήσο Κύπρο, έχουν οδηγήσει στην ανακάλυψη ενός εργαστηρίου για την παραγωγή του χαλκού. Χρονολογημένη από την τρίτη έως τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., είναι μια από τις πιο αρχαίες μαρτυρίες της μεταλλουργικής δραστηριότητας, σε ολόκληρη τη λεκάνη της Μεσογείου.
Ο Πύργος βρίσκεται περίπου 15km ανατολικά από την πόλη της Λεμεσού, σε μια κοιλάδα που διασχίζεται από μικρούς χείμαρρους. Ένας από αυτούς αξιοποιήθηκε από ένα μεταλλουργικό εργαστήριο, για την επεξεργασία του χαλκού, ήδη από το δεύτερο μισό τις τρίτης χιλιετηρίδας π.Χ. και το οποίο παρουσιάζεται σαν η πιο αρχαία μαρτυρία του είδους ως τώρα γνωστή στον κόσμο.
Η Κύπρος το τρίτο σε έκταση νησί της Μεσογείου, εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης και των μεταλλευτικών της κοιτασμάτων, αποτελούσε πάντα ένα σταυροδρόμι για την επαφή και διακίνηση των αγαθών μεταξύ των λαών, που εμφανιζόντουσαν σ’αυτή τη θάλασσα. Στην αρχαιότητα ταυτίστηκε το όνομά της με την παραγωγή του χαλκού, χάρη στην ποσότητα και στην ποιότητα του μετάλλου που εξάγονταν από τα ορυχεία.
Από το ελληνικό όνομα του νησιού «Κύπρος» προέρχεται ο ρωμαϊκός όρος «cyprum», ο οποίος πέρασε σε όλες τις σύγχρονες γλώσσες του κόσμου, για να σηματοδοτήσει την έννοια «χαλκός». Μολονότι τα πρώτα ίχνη μεταλλουργίας ανέρχονται σε χαλκολιθικές αναφορές, που αντιστοιχούν στο πρώτο μισό της τρίτης χιλιετίας π.Χ., ως τώρα εκδηλώσεις που αναφέρονται στην επεξεργασία του χαλκού, προγενέστερες από την ύστερη εποχή του χαλκού (13ος – 12ος αιώνας π.Χ.), ήταν στην Κύπρο χαρακτηριστικά ανεπαρκείς. Οι ανακαλύψεις στις οποίες αναφερόμαστε σ’ αυτή τη βάση, έχουν λοιπόν επιτρέψει να απλωθεί φως σε μια περίοδο ελάχιστα γνωστή, αλλά της οποίας η ιστορική σημασία εμφανίζεται αξιολογότατη.
Η υψηλή ανάπτυξη της Κυπριακής μεταλλουργίας στην πρώιμη εποχή του χαλκού(δεύτερο μισό της 3ης χιλιετίας π.Χ.), αποκτά έτσι εξαιρετική σημασία εντελώς ξεχωριστή, αναδεικνυόμενη σαν το βασικότερο στοιχείο για την οικονομία του νησιού, που ήδη απ’ αυτούς τους αρχαϊκούς ορίζοντες προβάλλει στην εμπροσθοφυλακή της ανάπτυξης της υψηλής τεχνολογίας, που συνδέεται με την παραγωγή των μετάλλων. Οι αρχαιολογικές μαρτυρίες των προϊστορικών κέντρων χύτευσης είναι χαρακτηριστικά σπάνιες, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στην Μέση Ανατολή. Αυτές οι μαρτυρίες, δεν παρουσιάζουν εξάλλου το επίπεδο πολυπλοκότητας και συνάρθρωσης των εγκαταστάσεων που συναντούνται στον Πύργο, που αποτελεί γι’ αυτό μια παγκόσμια μοναδικότητα στο πανόραμα της τρίτης χιλιετίας π.Χ.
Τα γεωλογικά χαρακτηριστικά και τα κοιτάσματα του νησιού έχουν πράγματι επιτρέψει την εκμετάλλευση των εκτεταμένων αποθεμάτων χαλκού, έως σχεδόν μια εποχή αρκετά κοντινή μας. Στον Πύργο, στην τοποθεσία Μαυροράχη, οι ανασκαφές πράγματι μας έφεραν στο φως τα ευρήματα ενός μεταλλουργικού εργαστηρίου, πλήρως εξοπλισμένου, που ανέρχεται στην αρχή της εποχής του χαλκού ,3η χιλιετία π.Χ. Ο τόπος απέχει εξάλλου λίγες εκατοντάδες μέτρα, από τους βραχώδεις σχηματισμούς ιζημάτων του χαλκού (μαλαχίτες), ενώ σε μόλις δύο χιλιόμετρα βρίσκονται αποθέσεις χαλκοφόρων θειούχων αλάτων, όπου είχαν εντοπιστεί ερείπια από αρχαίες μεταλλευτικές στοές. Σήμερα οι στοές αυτές είναι τμηματικά πλημμυρισμένες, πράγμα που κάνει δύσκολη την εξερεύνησή τους. Τα ερείπια του εργαστηρίου για την επεξεργασία του χαλκού ανέρχονται στην 3η χιλιετία π.Χ. Έως τώρα έχει ανασκαφεί μια επιφάνεια 400m².
Τεχνίτες «έμπειροι και σεβαστοί»
Στην περιοχή της εγκατάστασης αναγνωρίστηκε μια νεκρόπολη της ίδιας εποχής, στο εσωτερικό της οποίας βρίσκονταν λείψανα, που ανήκαν στους αρχαίους μεταλλουργούς. Από τη μελέτη των πλούσιων κτερισμάτων, που ανήκουν στα προαναφερόμενα πρόσωπα, φαίνεται καθαρά ο ρόλος και τα κοινωνικά τους αξιώματα στο εσωτερικό της κοινότητας. Το υλικό που ήρθε στο φως, μαρτυρεί μια μακρά περίοδο δραστηριότητας. Το εργαστήριο φαίνεται να καταλαμβάνει μια έκταση ήδη κατοικημένη από το τέλος της χαλκολιθικής περιόδου (μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ.).
Οι Κύπριοι μεταλλουργοί ξεχωρίζουν για τις τεχνολογικές τους ικανότητες, καταφέρνοντας να πάρουν τις μεγαλύτερες ποσότητες χαλκού από το μετάλλευμα, χάρη στην επανεπεξεργασία που γνώριζαν να κάνουν, παίρνοντας τα τελευταία ίχνη του μετάλλου από τα ορυκτά. Διέθεταν με λίγα λόγια ,ένα είδος προηγμένης τεχνολογίας στη χύτευση του μετάλλου.
Οι πηγές του περιβάλλοντος
Η οροσειρά του Τροόδους, ηφαιστειογενούς προελεύσεως, κυριαρχεί στο δυτικό τμήμα του νησιού, φτάνοντας με τους πρόποδές του, σχεδόν στη θάλασσα. Είναι εδώ τοποθετημένα πλούσια κοιτάσματα μεταλλεύματος χαλκού. Τα μεταλλεύματα είναι αρκετά επιφανειακά και γι ΄ αυτό εύκολα προσπελάσιμα στην εκμετάλλευσή τους, ακόμα και με τη χρήση πρωτόγονων μέσων, τα οποία χρησιμοποιούσαν οι νεολιθικοί ιθαγενείς πληθυσμοί. Ένα πυκνό δάσος σκέπαζε τα βουνά, σε ένα μέγεθος χαρακτηριστικά μεγαλύτερο από το σημερινό. Η φήμη των δασών του νησιού για το μέγεθος τους, χάρη στο ξεχωριστό μικροκλίμα του νησιού, έφτανε στην αρχαιότητα στις πιο μακρινές χώρες. Η ξυλεία τους αποτελούσε ένα πρώτης τάξεως καύσιμο για τις μεταλλουργικές επεξεργασίες στην εξαγωγή του χαλκού, από το μετάλλευμα.
Οι χυτευτικές διαδικασίες πράγματι είχαν την ανάγκη τεραστίων ποσοτήτων από κάρβουνο, στους φούρνους για το λιώσιμο του μετάλλου. Το μετάλλευμα ανακατεμένο με ξυλοκάρβουνα, ανέπτυσσε μια θερμοκρασία πάνω από 1200?C (ο χαλκός λιώνει στους 1083?C), για να υποστεί την επεξεργασία διαχωρισμού του καθαρού μετάλλου από το υπόλοιπο μετάλλευμα. Επιπλέον τα ευρήματα, μας δείχνουν ότι στον Πύργο οι τεχνίτες γνώριζαν την τέχνη της σφυρηλάτησης, πράγμα που έδινε τη δυνατότητα στην καλύτερη επεξεργασία και σκλήρυνση του μετάλλου.
Αν και οι έρευνες είναι ακόμα στην αρχή χάρη στην επιστράτευση διαφόρων μεθοδολογιών και τεχνικών, έχει αρχίσει η ανασύνθεση στον Πύργο, των πρώτων σελίδων μιας ιστορίας , που αφορά την τεχνολογία της μεταλλουργίας ,βασικού ενδιαφέροντος για την ανάπτυξη του πολιτισμού στο δυτικό κόσμο. Αυτή η ανακάλυψη δεν έχει μόνο ένα σπουδαιότατο αρχαιολογικό ενδιαφέρον, αλλά ένα επίσης σπουδαιότατο ιστορικό ενδιαφέρον. Η βεβαιότητα ότι το νησί ήταν σε τέλειο βαθμό ικανό στην επεξεργασία των πάρα πολύ πλουσίων αποθεμάτων χαλκού, μας αναγκάζει πράγματι, να επανασχεδιάσουμε την μεταφορά και διακίνηση του μετάλλου, στον εφοδιασμό των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου.
Καθιστώντας το χαλκό ένα πραγματικά στρατηγικό υλικό, οι νέες ανακαλύψεις θα επηρεάσουν αναγκαστικά στην εκτίμηση του κοινωνικοοικονομικού επιπέδου της Κύπρου και των χωρών της Εγγύς Ανατολής, για τις οποίες ο κυπριακός χαλκός αποτελεί ένα στοιχείο κλειδί για την πολιτισμική απογείωσή τους.
|